Ο Θεόδωρος Ζιάκας ανήκε σε μια μεγάλη και ισχυρή οικογένεια αρματολών των Γρεβενών, που πρόσφερε πολύ μεγάλες υπηρεσίες στους εθνικούς απελευθερωτικούς αγώνες.
Η δράση της οικογένειας αρχίζει από τα μέσα του 18ου αιώνα και συνεχίζεται σχεδόν ως τα τέλη του 19ου. Η οικογένειά των Ζιακαίων καταγόταν από το Μαυρονόρος.
Προς τα τέλη του 18ου αιώνα, ο Αλή Πασάς προσπάθησε να συντρίψει τη δύναμη των αρματολικιών, που του ήταν εμπόδιο στα επεκτατικά του σχέδια. Μετά την επιδρομή των Αλβανών του Αλή Πασά στα Γρεβενά, το 1770, οι Ζιακαίοι μη νιώθοντας ασφαλείς κοντά στα Γρεβενά (το Μαυρονόρος απέχει μόλις 10 χιλιόμετρα από τα Γρεβενά), αναγκάστηκαν να μετοικήσουν.
Το πιθανότερο είναι ότι η μετοικεσία έγινε στην Τίστα, τον σημερινό Ζιάκα, και αυτό στηρίζεται τόσο στην επικρατέστερη παράδοση, όσο και στα κτήματα που ανήκαν στους Ζιακαίους. Επιπλέον, υπάρχουν δημοτικά τραγούδια που μνημονεύουν την Τίστα, αναφερόμενα στην εποχή που οι Ζιακαίοι είχαν μετοικήσει εκεί.
Λίγα χρόνια μετά την εγκατάσταση των Ζιακαίων στην Τίστα, το 1795 γεννήθηκε ο Γιαννούλας Ζιάκας και αργότερα το 1806, ο Θεόδωρος.
Ακολουθεί ένα σχετικό απόσπασμα αναφορικά με την καταγωγή της οικογένειας των Ζιακαίων, από το βιβλίο “Σελίδες Ιστορίας των Γρεβενών” του Απόστολου Ι. Παπαδημητρίου:
“Μετά τον θάνατο των Τότσκα και Ντελή Δήμου ανέτειλε το άστρο των Ζιακαίων. Οι γνώμες περί της καταγωγής της οικογενείας Ζιακα διίστανται. Άλλοι δέχονται ότι προέρχεται από το Μαυρονόρος και άλλες από την Τίστα (Ζιάκα). Θεωρούμε την πρώτη, στην οποία κατέληξε ο ερευνητής της ιστορίας της οικογένειας Μ. Παπαιωάννου, ως την ορθή. Από αναφορά (1865) του εγγονού του Γούλα Γιαννούλα Ζιάκα, πληροφορούμαστε ότι στο αρματολίκι περιλαμβάνονταν οι επαρχίες Γρεβενών, Βεντζίων, Ανασελίτσης και Κονίτσης. Κατά τις περιόδους φιλικών σχέσεων με τους Τούρκους ο οπλαρχηγός συντηρούσε μέχρι 1700 στρατιώτες είχε υπό τον ελέγχό του 600 χωριά. Ο αριθμός κρίνεται υπερβολικός, αν λάβουμε υπ’ όψη ότι οι Θεσπρωτός και Ψαλλίδας εκτιμούν τους άνδρες των Ζιακαίων σε 200. Ας σημειωθεί ότι κατά τους ίδιους κανενός οπλαρχηγού το σώμα δεν ξεπερνούσε τους 200 άνδρες.
Δύο σημεία που πρέπει να φωτισθούν είναι το πως συνέβησαν οι εκτεταμένες καταστροφές στην επαρχία Γρεβενών, που διέθετε τόσο αξιόμαχους πολεμιστές και γιατί η οικογένεια Ζιάκα θρήνησε τότε πολλά θύματα (ίσως να μην υπήρξε η μόνη). Στο πρώτο η απάντηση μπορεί να δοθεί με την παρατήρηση ότι το αρματολίκι μπορούσε να παρατάξει πολύ λίγους άνδρες. Αυτοί συγκρινόμενοι με τις ορδές των Αλβανών πού κατέρχονταν ήσαν κατά πολύ λιγότεροι. Έτσι, ασφαλώς, θα περιορίστηκαν σε αψιμαχίες μαζί τους, φροντίζοντας παράλληλα να διασώσουν τον πληθυσμό των ολιγότερο ορεινών οικισμών στα απρόσιτα βουνά της Πίνδου. Τα σπίτια ήσαν καταδικασμένα σε αφανισμό. Φρόντιζαν όμως να παίρνουν εκδίκηση επιτιθέμενοι κατά την επάνοδο των Αλβανών, οπότε και ταλαιπωρημένοι αυτοί ήσαν, άλλα και λιγότερο ευκίνητοι λόγω του πλήθους των λαφύρων που μετέφεραν. Θα πρέπει ίσως να δεχθούμε, ότι οι Αλβανοί εισέβαλαν στην περιοχή των Γρεβενών με την είδηση της εξεγέρσεως στην Πελοπόννησο (αρχές ανοίξεως του 1770), πριν εξεγερθούν οι οπλαρχηγοί της περιοχής και προέβησαν σε σφαγές ιδίως προσώπων συγγενικών προς τους κλέφτες του βουνού σε συνεργασία με τους Τούρκους. Αυτό συνιστά και μια έμμεση μαρτυρία ότι η οικογένεια των Ζιακαίων ήταν εγκατεστημένη στο Μαυρονόρος, οπότε ήταν ευκολότερη η σύλληψη μελών της από τους Τουρκαλβανούς, που δεν θα τολμούσαν τόσο εύκολα να προσεγγίσουν την Τίστα (Ζιάκα). Ο Γούλας Ζιάκας αναφέρει ότι κατά το χαλασμό χάθηκαν τέσσερα αδέλφια της οικογένειας Ζιάκα και μόνο ο παππούς του επέζησε. Δεν συνάγεται όμως σαφώς αν αναφέρεται στα γεγονότα του 1770 ή σε μια περίοδο πενήντα ετών με αφετηρία αυτά. Είναι πιθανόν, όπως δέχεται ο Ενισλείδης, να φονεύθηκαν τότε όλα τα μέλη της στενής οικογενείας του γερο-Ζιάκα, οπότε αυτός δημιούργησε νέα οικογένεια στα γεράματά του. Έτσι ο Γιαννούλας εγεννήθη το 1795 και ο Θεόδωρος αργότερα. Συγκεκριμένα ο Θεόδωρος γεννήθηκε το 1806. Μετά τη συμφορά του 1770 οι Ζιακαίοι έλαβαν την απόφαση να μετακινηθούν στην Τίστα. Λίγο αργότερα έκανε την εμφάνισή του στην περιοχή ο Αλή Πασάς.”